- φυγαδεύομαι
- φυγαδεύομαι, φυγαδεύτηκα (σπάν. φυγαδεύθηκα), φυγαδευμένος βλ. πίν. 20
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
φυγαδεύομαι — φυγαδεύω banish pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καταφυγαδεύω — (Μ) μέσ. καταφυγαδεύομαι γίνομαι φυγάδας, φυγαδεύομαι … Dictionary of Greek
ՓԱԽՍՏԱԿԱՆ — (ի, աց.) NBH 2 0924 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 8c, 12c ա. φυγάς (յորմէ լտ. fugax ). fugitivus, profugus. Փախուցեալն. որ փախչի. փախստեայ. փախչօղ. ... *Պանդխտեսցին առ քեզ փախստականքն մովաբու: Մինչեւ յե՞րբ տեսանիցէք… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)